επιλαΐς

επιλαΐς
ἐπιλαΐς, ἡ (Α)
ονομασία πουλιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + λάας «πέτρα»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ἐπιλάιδος — Ἐπιλάις fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Epiláis — EPILÁIS, ĭdis, Gr. Ἐπιλάις, ιδος, eine von des Thespius funfzig Töchtern, mit welcher Herkules den Astya naktes zeugete. Apollod. l. II. c. 7. §. 8 …   Gründliches mythologisches Lexikon

  • υπολαΐς — η / ὑπολαΐς, ίδος, ΝΑ, και ὑπολωΐς και ὑποληΐς Α νεοελλ. ζωολ. γένος εντομοφάγων στρουθιόμορφων πτηνών τής οικογένειας συλβιίδες ή μουσκικαπίδες, γνωστών με την κοινή γενική ονομασία στριτσίδα αρχ. (κατά τον Ησύχ.) «ὑπολαΐς ὄρνις τις τῶν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”